Kώστας Μαρίνης


Σε συγγενικό σπίτι έφθασαν στα χέρια μου δύο από τα βιβλία «Κλυταιμνήστρα» και «Αντίλαλοι από το χωριό μας» του αξιόλογου φιλόλογου και λαογράφου (λαολόγος πίστευε ο ίδιος ότι είναι η σωστή έκφραση) Κώστα Μαρίνη.
Γεννημένος στα 1897 στην Αμυγδαλιά (Γλανιτσιά) Γορτυνίας πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους και εργάστηκε σαν καθηγητής στη Μεσσηνία, διωκόμενος μέχρι τέλους λόγω των ασυμβίβαστων αριστερών του πεποιθήσεων. Διέπρεψε στην λαογραφία δημοσιεύοντας τακτικά στην «Νέα Εστία» και «Πρωία» κείμενα που συγκέντρωσε (1929-1939) υπό τον τίτλο «Λαολογικά μελετήματα και άρθρα» την «Ελληνική Λαολογία» 1936 και το «Αντίλαλοι από το χωριού μας» 1929.
Το τελευταίο αποτελεί λαογραφική μελέτη και είναι αφιερωμένο «σε κείνη που δε δέχθηκε την αφιέρωση» κάποιο νεανικό του έρωτα όπως μας πληροφόρησε η κόρη του φιλόλογος κα Ειρήνη Μαρίνη Χατζηφώτη. Στο οπισθόφυλλο ο ίδιος αναφέρει ότι το βιβλίο « γράφτηκε στη Γλανιτσιά της Γορτυνίας το Χινόπωρο του 1919 για το λαογραφικό φροντιστήριο του μακαρίτη καθηγητή της Λαογραφίας Ν. Π. Πολίτη. Δημοσιεύτηκε με κάμποσες προσθήκες στο λαμπρό περιοδικό του κ. Ξενόπουλου από τον Οχτώβρη του 1927 έως τον απρίλη του 1928. Τώρα βγαίνει διορθωμένο μαι με καινούριες προσθήκες, χρήσιμο για τον καθένα που θα θελήσει να περάσει την ώρα του μαθαίνοντας συνάμα και διάφορες λεπτομέρειες από την παλιότερη γεωργοποιμενική ζωή του τόπου μας και βγάζοντας αρκετά γλωσσολογικά και εθιμογραφικά πορίσματα.»
Η «Κλυταιμνήστρα» είναι μια «τραγωδία» σύμφωνα με τον υπότιτλο και εκδόθηκε το 1939 όπως αναφέρει στο εσώφυλλο, 1940 στο εξώφυλλο. Είναι μια φεμινιστική ερμηνεία του φόνου του Αγαμέμνονα από την σύζυγό του αφού τη δικαιολογεί για την τραγική πράξη, επειδή ο Αγαμέμνονας είχε φέρει στο σπίτι του την Κασσάνδρα όχι μόνο ταπεινώνοντας τη σύζυγό του, αλλά και στερώντας από τις κόρες του Ηλέχτρα και Χρυσόθεμη, την δυνατότητα ενός καλού γάμου. Όπως όλα του τα κείμενα είναι γραμμένο στη δημοτική. Όπως γράφει ο ίδιος «γλώσσα του έργου είναι η καμαρωμένη και γιομάτη χάρη λαϊκή μας γλώσσα. Γιαυτό την τραγουδάει ασκόνταφτα το στόμα κι αντιλαλεί στ’ αφτιά μας σαν ανοιξιάτικη αρμονία σε μαγεμένο λιβάδι. Φοιτητής το 1920 πρωτόγραψα το έργο στη Γλανιτσιά. Στα 21-22 το ξαναδούλεψα στη Μικαρασία όπου ήμουνα στρατιώτης. Καθηγητής στη Μεσσηνία μετά τον πόλεμο το χτένιζα ολοένα και το καλοκαίρι του 32 το δημοσίεψα στην καλαματιανή εφημερίδα «Λαική φωνή» σε 37 συνέχειες. Μα το ξανάπλασα πάλι για να μπορέσω να παραστήσω τον πόνο του ανθρώπου της εποχής του τρωικού πολέμου και ιδιαίτερα της Γυναίκας που αγωνίζεται κυνηγώντας την ευτυχία μα δεν τα καταφέρνει να χαρεί όπως θέλει και πρέπει κι όλο κακοπαθαίνει.» Αναφέρεται επίσης στα τυπογραφικά στοιχεία του βιβλίου και στο ότι «ο φίλος και διαλεχτός ζωγράφος- χαράχτης Ευθ. Παπαδημητρίου σχεδίασε τα στολίδια του βιβλίου».
Αν και δεν είμαι φιλόλογος συγκινήθηκα από την αυθεντικότητα και τη ζωντάνια των βιβλίων και επειδή πιστεύω ότι στο διαδικτυακό μας σύμπαν οι μνήμες των προγόνων πρέπει να πάρουν μια θέση στο εικονοστάσι του μέλλοντος θέλησα να καταγραφούν αυτές οι εντυπώσεις ενός αναγνώστη, ελπίζοντας ότι κάποιος θα ενδιαφερθεί για πληρέστερη έρευνα.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης