Το αθάνατο νερό


Το αθάνατο νερό
   Η σήψη από τα γεννοφάσκια μας γεννιέται και απλώνεται πετρελαιοκηλίδα. Την οσφραινόμαστε, μα δεν τη βλέπουμε. Μας αγκαλιάζει, μας κυριεύει, μας πνίγει. 
    Εμείς παλεύουμε για ουτοπίες. Παιδιά σπέρνουμε, πύργους χτίζουμε στην άμμο. Αναστενάζουμε και το κύμα τους συντρίβει. Σαν τα μυρμήγκια σοφά σοδιάζουμε και ο χειμώνας μας βρίσκει ξερά φύλλα, νοτισμένα ακόμη, να πλέουμε στ’ αφρισμένα κύματα για τον υπόνομο της απόλυτης σιωπής. 

     Φυλακισμένοι στον πλανήτη πεθαίνουμε ανασαίνοντας τις δικές μας απόπνοιες, μπόχα μελλοθανάτων. Μια τζιμινιέρα καρφωμένη στην καρδιά του ήλιου ματώνει τη γαλήνια επιφάνεια των νερών. Δακρύζει το φεγγάρι καταφρονεμένο και ο ουρανός συννέφιασε δίχως βροχή να εγκυμονεί. Το σύννεφο του θανάτου μας σφιχταγκαλιάζει. Ασθμαίνουν οι μηχανές να φθάσουν την παραγωγή. 
    Στο τσιμεντένιο μας κλουβί πώς να κελαηδήσω; Κυνηγώντας την ταχύτητα σε καινούριους γαλαξίες άπλωσα φτερά. Λάμνω γερά στ’ αστέρινο κοπάδι. Στραφταλίζει ο ιδρώς κάθε πόρο τού είναι μου. Να έλθω πρώτος πάντα μπροστά. Απογειώνομαι δίχως μετρήσεις και ηλεκτρονικούς εγκεφάλους. Αισθάνομαι άρα υπάρχω! Ο παγωμένος των πόλων αχός περονιάζει τα κόκαλα και η ανάσα του ισημερινού νερουλιάζει το αίμα, μα ακόμη πετώ δορυφόρος. Χαϊδεύω κορυφογραμμές, πατινάρω στα πέλαγα. Αθάνατος ο θάνατος στήνει δοξάρι. Ίδιο κοτσύφι στην ξόβεργα η ζήση μου πεταρίζει απελπισμένα, σίγουρη για το μάταιο της οδύνης. 

 Και όσο υπάρχει φως λάμνει στον ατέλειωτο ουρανό των παραμυθιών, γυρεύοντας το αθάνατο νερό να ποτίσει τη διψασμένη πλάση. Και ας το ξέρει πως είναι πλάνη.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης