Η ώρα της σιωπής 1η συνέχεια

Η ώρα της σιωπής
1η συνέχεια

Οι μεγάλες ώρες αντιστέκονται τη νύχτα που μας διαλύει. Περαστικές οπτασίες οι νίκες, ουρανός η απελπισία μας, γιατί το αύριο ωκεανός μας κυκλώνει και το σκαρί μας αβέβαιο. Ανθρώπινα κοπάδια την έρημο ποτίζουν μ ' αίμα και δάκρυ. Ο ύπνος μας βαθύς, γεμάτος εφιάλτες κι οι λέξεις άστοχες καμπανολαλιές στον ύμνο του Τίποτε.
Και πώς να τραγουδήσεις την Άνοιξη στο μεσουράνημα του θέρους; Κι ως πότε θ' αντιστέκεσαι στην Αλήθεια, που αψηφά τις αλήθειες που σε μαστιγώνουν;
Τα τρομαχτικά οράματα των προφητών τύφλωσαν τ' ακοίμητα βλέφαρα κι η ανάσα του πελάου μας πολιορκεί. Να τραγουδήσουμε το χαμένο μέλλον, ξεχνώντας του χθες την παραφροσύνη, μιας κι όμοιοι με θεοί παλέψαμε υψώνοντας τη γροθιά στο πεπρωμένο μας.
Λυπημένες αγάπες οι μέρες των παιδιών που θα 'ρθουν. Κόσμοι, φανταχτερές σαπουνόφουσκες, λιμάνια ανήλιαγα, χάρτες μυστικοί κομμένοι κι ένα σπυρί ρυζιού να ταξιδεύει στ' άπειρο.
Τα σύνορα των αδυναμιών μας ψήλωσαν φυλακίζοντας τις ελπίδες μας και το φως αδιάψευστος μάρτυρας των εγκλημά­των που θα 'ρθουν, μιας και ποτέ δε στάθηκαν μια στάλα ν' αναπαυτούν απ' το μακάβριο έργο τους.
Νύχτα, σπλαχνίσου τους γιους της απώλειας, που κουβαλούν οι ώμοι μας.
Μέρα, ευλόγησε τα ματωμένα πόδια της Αρετής που σέρνεται στα βράχια της αμφισβήτησης.
Ο κόσμος μας, σοφός κι άμυαλος, απέραντος και νάνος.
Και μεις, σκουλήκια, που καταβροχθίζουμε το κουφάρι του χρόνου που μας ανήκει.


Κείνη την αυγή, ο ήλιος έλαμπε πιο γιορτινά πάνω απ' τα μιλιούνια των ανθρώπων. Η γη κυλούσε πρόσχαρα, τυλιγμένη στο πέπλο της γαλάζιας της ατμόσφαιρας. Το φεγγάρι, όπως πάντα την ακολουθούσε βαριεστημένα στο μεθυστικό χορό της.
Ήταν ξανά η ώρα της σιωπής. Η Τύχη έπαιζε τα ζάρια της. Ήταν μοιραίο. Τ' απέραντο σύμπαν συνταράχτηκε απ' τη φρικιαστική κραυγή. Αλυσιδωτές εκρήξεις, πρόσχαρες, λουλουδιαστές, τύλιξαν τη λαμπερή σφαίρα σε φλόγες.
Ένα λεπτό, ακόμη λιγότερο, σε μιαν εποχή που δε μετρά ο χρόνος, μια μαύρη τρύπα ρούφηξε ότι καμάρωνε για υπαρκτό κι αιώνιο!
Ο Θεός σύναξε τα ρούχα του να μη πιτσιλιστούν με σκόνες ύπαρξης. Λούφαξε στη σκιά της παντοδυναμίας του. Τίναξε τη βεντάλια της η Τύχη και κόκκοι ζωής ξεφύτρωσαν κάπου μακρυά, σε κάποιο νέο γαλαξία.
-Να δούμε τι θα βγει και τούτη τη φορά! γκρίνιαξε κι ανακάτεψε μ ' έμπειρα χέρια την τράπουλά της. Η αιωνιότητα είναι τόσο πληκτική! Πώς να τη ξοδέψεις;



Αφού λοιπόν αυτό το καθεστώς μας επιβάλει την εξόντωση των μύθων μας, έχω καθήκον μπροστά σας να μακελευτώ, καθώς σε αμφιθέατρο ανατομίας.
Ποιός είμαι;
Μα ο κανείς και ο καθένας.
Η μνήμη μου ρευστότερη απ' τα όνειρά μου. Ονειρεύομαι ότι έζησα και θυμάμαι ότι θα 'ρθει. Δίχως χρόνο και τόπο, δίχως προορισμό, μόνος, στριμωγμένος στην αγέλη.
Σας προσκαλώ να βυθιστούμε στον έσω κόσμο, ν' αυτοπροσδιοριστούμε, γυμνοί απ' το κέλυφος, που μας χάρισε η στιγμιαία επαφή δύο αντίθετων κόσμων, ενός σπερματοζωαρίου, ελάχιστου κι ευέλικτου κι ενός ωαρίου, τεράστιου και βαριεστημένου.
Αν είχαν μάθει τα ωάρια ν' αντιστέκονται... αν ήταν πιο εκλεκτικά στους εισβολείς.... ίσως, τότε δημιουργούσαμε μια νέα ράτσα ανώτερη, όχι εγκεφαλικά, μα ψυχικά.
Η φύση φταίει. Αυτή παίζει, σα δαιμονισμένος χαρτοπαίχτης με τις πιθανότητες κι όσο χάνει, τόσο με πιότερο ζήλο πασχίζει να ρεφάρει.

Μα ξέφυγα. Χρειάζεται δουλειά. Αυτοσυγκέντρωση. Πειθαρχία του νου στα μεγάλα ύψη, προσοχή στη νόσο των δυτών. Προσδεθείτε. Απογειωνόμαστε. Και μην καπνίζετε. Τα συνήθη ευφορικά δεν αρκούν στη χώρα του παντού και του τώρα. Μέσα μας κρύβουμε τόνους εκρηκτικά και ναρκωτικά αρκετά για να κοιμίσουν ολάκερη την ανθρωπότητα. Αρκεί να πατήσουμε το σωστό κουμπί την κατάλληλη στιγμή.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης