Η φτώχεια θέλει καλοπέραση

Η φτώχεια θέλει καλοπέραση

Η ζωή του ανθρώπου πάντα σημαδευόταν με τελετές που οριοθετούν σταθμούς και γίνονται αφορμή για επίδειξη. Ο γάμος και τα βαφτίσια ήταν πάντα αφορμές για πολυέξοδα κάποτε και πολυήμερα τσιμπούσια. Αυτό ήταν αναγκαία διέξοδος για τις εποχές, που αυστηρά καθοριζόντουσαν περίοδοι νηστείας και κρεατοφαγίας και δεν υπήρχαν σουπερμάρκετ με άναρχη κατανάλωση και νυχτερινά μαγαζιά με γλέντια χωρίς αφορμή. Ειδικά ο γάμος, ακόμη και σε πάμπτωχες περιοχές του κόσμου, όπως η Ινδία, γίνεται δυσβάσταγα πολυέξοδος για τις οικογένειες, που υπερχρεώνονται για τα έξοδα της τελετής, που θεωρείται απαραίτητη για την εδραίωση σε μια κοινωνική βαθμίδα.
Ο γάμος (συχνά όχι μόνον ένας)  τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έγινε αφορμή για περισσότερες γιορτές κατά τα πρότυπα του Χόλιγουντ, αφού εκτός από τα πολυέξοδα φανταχτερά τραπεζώματα σε ειδικά χλιδάτα μαγαζιά εμπλουτίστηκε και με τα μπάτσελορ πάρτι, που (αντίθετα με τα θρησκευτικά κελεύσματα που όριζαν το γάμο σαν αλλαγή από την αγαμία στη σύζευξη) υποτίθεται  οριοθετούν τη μετάβαση από την πολυγαμία των φλερτ στη συνήθως παροδική μονογαμία.
 Κατά τη διάρκεια των χρόνων της ευμάρειας στον κατάλογο των πολυέξοδων τραπεζωμάτων προστέθηκαν και οι κηδείες σε ψαροταβέρνες, ενώ μια νέα βιομηχανία παιδικών πάρτι με ειδικό τελετουργικό (κλόουν και ειδικές τροφές) αναδύθηκε για βαφτίσια και γενέθλια.  Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν τα πολλά καλοκαιρινά πανηγύρια στα χωριά, όπου μεθώντας εξακολουθούν κυριολεκτικά να πετούν τα χαρτονομίσματα στα πόδια του πρώτου στο χορό ή το τραγούδι. Την ίδια ώρα στα νησιά οι νέοι σε εφήμερες παρέες -φυλές εξακολουθούν να ξενυχτούν (έστω σε μικρότερης διάρκειας διακοπές) στα μπαράκια χωρίς ανάγκη για αφορμή στο κάθε γλέντι.
Και ενώ θα πίστευε κάποιος ότι μετά από 7 χρόνια οικονομικής κρίσης το φαινόμενο της σπατάλης για επίδειξη θα μειωνόταν φέτος στο χωριό στην Πελοπόννησο αναδύθηκε νέο είδος. Σχεδόν κάθε βράδυ γίνεται ξενύχτι με αφορμή το ότι το κάθε τσοπανόπουλο φεύγει φαντάρος. Είτε σε σπίτι, είτε σε ταβέρνα ολόκληρη η οικογένεια και φίλοι θεωρούν αφορμή για γιορτάσι με καλό φαγητό, πολύ αλκοόλ, ολονύχτιο χορό με δημοτικά και χασάπικο στη διαπασών και τις απαραίτητες (μετά την αλβανική κάθοδο) ριπές από Καλάσνικοφ, το ξεπροβόδισμα για την ολιγόμηνη πια υπηρεσία του νέου στο στράτευμα. 
Η φτώχεια θέλει καλοπέραση, λέμε. Θυμάμαι τους γονείς μας που νοσταλγικά θυμόντουσαν τα ρεφενέ πεινασμένα γλέντια της Κατοχής και την εξύμνηση των μεταγενέστερων νεανικών πάρτι με βερμούτ και χορό στα πατώματα με φτηνό μωσαϊκό.
Παρά τη εικονική δυναστεία των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης η σημερινή νέα γενιά φαίνεται ότι έχει ανάγκη να εκτονώνεται με πραγματικά γλέντια ακριβώς όπως έκαναν και οι πρόγονοί τους. Την ώρα που όλοι μιλούν για περικοπές, ανεργία, απαισιόδοξες προοπτικές και φτώχεια, την ώρα που η πολυσπουδασμένη ελίτ ήδη μετανάστευσε και οι μεγαλύτεροι μετρούν τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, οι νέοι στην επαρχία καίνε το τελευταίο τους χαρτονόμισμα για ένα ακόμη καλοκαιρινό γλέντι στην ορεινή επαρχία. Η αίσθηση δεν είναι ότι φεύγουν για ολιγόμηνη θητεία στο στρατό σε καιρό ειρήνης, αλλά μάλλον ότι πάνε στην πρώτη γραμμή κάποιου πολέμου απ' όπου δε περιμένουν να επιστρέψουν και γιαυτό "γαία πυρί μειχθήτω".  Και όσο ανώδυνη κι αν φαίνεται αυτή η επιλογή δεν απέχει παρά μόνο ένα βήμα από την επανάσταση της απελπισίας και την άναρχη βία που μαστίζει πια με διάφορες αφορμές όλο τον πλανήτη μας.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου


Σχόλια

  1. Lena Iliadou Μαρία μου το κείμενό σου εκφράζει απόλυτα την κατάντια μας!Έχουμε χάσει εντελώς το μέτρο....Φιλάκια.
    Δεν μου αρέσει · Απάντηση · 1 · 24 λεπτά

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης