Το όνομα του Ρόδου και το όνομα της Μαρίας

Το όνομα του Ρόδου και το όνομα της Μαρίας

Από τις πρώτες οργανωμένες κοινωνίες το όνομα συνδέεται με την ύπαρξη και είναι συνυφασμένο με την ατομικότητα κάθε ανθρώπου, ενώ πίστευαν ότι επειδή έκρυβε υπερφυσικές ιδιότητες είχε αποφασιστική σημασία για το μέλλον του. Γιαυτό και συνήθιζαν, όπως και σήμερα, να επιλέγουν προσεκτικά το όνομα του κάθε παιδιού και σε μερικές κοινωνίες έδιναν διπλά ονόματα κρατώντας μυστικό εκείνο, που είχε μαγική ικανότητα προστασίας.
 Οι Έλληνες του Ομήρου φέρουν ονόματα σύμφωνα με τη δράση τους Αγαμέμνων (άγαν +μίμνω =επίμονος, μεγαλοπρεπής), Οδυσσεύς (οδύσσομαι= ο διωκόμενος), αλλά και πατρωνυμικά Αχιλλεύς Πηλείδης κοκ. 
Κατά τους ιστορικούς χρόνους οι έλληνες εξακολουθούν να συνδυάζουν το ατομικό όνομα με το πατρώνυμο Περικλής ο Ξανθίππου, Σωκράτης ο Σωφρονίσκου και κάποιες φορές και της πόλης Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς, Θουκυδίδης ο Αθηναίος, ενώ αποκλειόταν η χρήση κάποιου αξιώματος ακόμη και μετά θάνατον. 
Οι Ρωμαίοι πολίτες έπαιρναν το όνομα του πατέρα τους με συνοδευτικό τον αριθμό της σειράς γέννησής τους Κόνιτος (πέμπτος) Σεξτος (έκτος) Πόστουμος (ο γιος που γεννιόταν μετά το θάνατο του πατέρα του), ενώ μετά το θάνατο έπαιρναν σαν όνομα και όλα τα αξιώματα, που είχαν αποκτήσει στη ζωή τους. Το Μάξιμος, που σήμερα έχει γίνει τόσο μοντέρνο στην Ελλάδα σήμαινε το διαχωρισμό του μεγάλου από το μικρό αδελφό, ενώ  τρεις ρωμαίοι αυτοκράτορες με αυτό το όνομα δεν ήταν καλότυχοι (ο ένας δολοφονήθηκε κι ο άλλος λιθοβολήθηκε) δημιουργικοί ή αξιομνημόνευτοι.  
Με την εμφάνιση του Χριστιανισμού, οι χριστιανοί αρχίζουν να χρησιμοποιούν και ονόματα από την Παλαιά και Νέα Διαθήκη, αλλά και ονόματα μαρτύρων, που συχνά είναι εθνικής προέλευσης. Οι Βυζαντινοί προσθέτουν και ονόματα από το εορτολόγιο (Πασχάλης, Λάμπρος), ενώ κατά το Μεσαίωνα εμφανίζονται ονόματα από τη Δύση (Φρανσέσκα), αλλά και ονόματα από ευχάριστες ουσίες, φυτά, πολύτιμους λίθους ή ακόμη και μεγάλες πόλεις Τριανταφυλλιά, Κανέλλος, Σμαράγδα, Ασήμω, Βενετία κοκ. Παράλληλα το επώνυμο κατασκευαζόταν από το παρατσούκλι, το επάγγελμα, το υποκοριστικό του πατρικού ονόματος κλπ. Στην Πελοπόννησο, η σύζυγος αποκτούσε συνοδευτικά το  όνομα του άνδρα της (Γιώργαινα), στην Σαντορίνη τα παιδιά είχαν το όνομα της μάνας (της Ρηνιώς) κάτι που θυμίζει τα ονόματα στην Ισλανδία, όπου ειδικά μετά την επίσημη κατάργηση του επωνύμου το 1912, απαρτίζονται από το όνομα και τα ονόματα της μητέρας της μητέρας, της μητέρας.
Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι μόνο στην Ανατολική εκκλησία υπάρχει η ονομαστική εορτή (=η ημέρα του θανάτου του ομώνυμου αγίου, καθώς μόνο με το θάνατο "τελειούται η ζωή"), ενώ τα γενέθλια (πριν γίνουν μόδα happy birthday μετά την -μέσω κινηματογράφου- αμερικανοποίηση) γιορτάζονταν μόνο από τις Δυτικές (Ρωμαιοκαθολική και παράγωγα) σαν συνέχεια του εορτασμού της ημέρας γέννησης των αυτοκρατόρων στη Ρώμη.

Το όνομα του παιδιού μας θέλουμε να είναι εύηχο, καλότυχο, να κουβαλά τις ιδιότητες κάποιου προγενέστερου αγαπημένου και να είναι ρούχο για κάθε εποχή, έτσι που το παιδί να μεγαλώνει άνετα φορώντας το σε κάθε ηλικία. 
Ευτυχώς σήμερα δεν έχουμε να εξασφαλίσουμε μέσα από το όνομα την επιβίωση των παιδιών μας όπως έκαναν παλιά, που γύρω από την κούνια του νεογέννητου άναβαν λυχνάρια, που τα ονομάτιζαν και βάφτιζαν το παιδί με τ’ όνομα του λυχναριού, που έσβηνε τελευταίο. Τα έθιμα ονοματοδοσίας στην Ελλάδα ποικίλλουν από περιοχή σε περιοχή. Στην ορεινή Πελοπόννησο η μάνα δεν πήγαινε καν στα βαφτίσια, το όνομα ήταν επιλογή του νονού και του πατέρα κι έστελναν ένα παιδί να της το πρωτοπεί, κι εκείνη μάλιστα έπρεπε να φιλέψει, επειδή έμαθε επιτέλους πώς να αποκαλεί το σπλάχνο της. Αντίθετα στα νησιά το έθιμο ήταν το πρώτο παιδί, αν ήταν αγόρι έπαιρνε το όνομα του παππού από τον πατέρα, αν ήταν κορίτσι από τη γιαγιά της μητέρας.
Το έθιμο χρήσης των ονομάτων των παππούδων και των γιαγιάδων ήταν σταθερό κατά τις προηγούμενες γενιές, που οι οικογένειες αποκτούσαν τουλάχιστον δυο παιδιά και ήταν φόρος τιμής για τις φροντίδες της μιας γενιάς στην επόμενη και μια αίσθηση μετάγγισης επιθυμητών ιδιοτήτων πέρα από το θάνατο. 
Αυτή η μαγική αίσθηση της επιβίωσης μέσω της ονοματοδοσίας ίσχυε και για πολλούς, που έχασαν αγαπημένους σε νεανική ηλικία και γινόντουσαν νονοί σε συνήθως πολύτεκνες οικογένειες «για ν’ ακούγεται το όνομα πάνω στη γη». Μέσω αυτού του εθίμου εξασφαλιζόταν και η οικογενειακή συνέχεια με αποτέλεσμα σήμερα να τιμά το όνομα Άγγελος Δ. Γέροντας, φίλος γιατρός λογοτέχνης, που έχει ακριβώς το ίδιο όνομα με τον προπροπάππο του, που ήταν δήμαρχος της Αθήνας το 1821!!
Η ονοματοδοσία πάντα περνούσε φάσεις εκσυγχρονισμού και ήταν όργανο μετάγγισης ιδεών και προπαγάνδας. Τον 19ο αιώνα όλοι βάφτιζαν τα παιδιά τους με αρχαιοελληνικά ονόματα, σε κάποια περίοδο οι παπάδες αρνιόντουσαν να βαφτίσουν με ονόματα χωρίς συνοδό άγιο, (μέχρι που πρόσφατα ανακάλυψαν 40 μάρτυρες με όλα τα εκτός εορτολογίου ονόματα) ενώ αρκετοί κουμουνιστές στιγμάτισαν τα παιδιά τους, σε χρόνους δύσκολους, βαφτίζοντας τα Λαοκράτη, Λένιν κλπ
Σήμερα, που τα ζευγάρια αποκτούν καθυστερημένα ένα ή δυο (συχνά με εξωσωματική) παιδιά, τα ζευγάρια ονοματίζουν τα παιδιά τους από το υπερηχογράφημα με ευφάνταστα ονόματα, Διαδικτυακής παιδείας, που διαλύουν την οικογενειακή συνέχεια, σε μιαν εποχή μάλιστα. που λόγω της οικονομικής κρίσης για την ανατροφή των παιδιών εξαρτώνται σημαντικά από τη βοήθεια των παππούδων.
Ζούμε μιαν εποχή ατομικισμού, που καθένας προσπαθεί να αποδείξει ότι είναι αυτοδημιούργητος, δεν χρωστά σε κανένα και μόνος του κατακτά τα πάντα. Έτσι είναι αυτονόητο το ότι έχουμε το δικαίωμα να ονοματίζουμε το παιδί μας, σύμφωνα μόνο με τις δικές μας στιγμιαίες αντιλήψεις περί ωραίου και επιθυμητού. Πιστεύουμε ότι έτσι το παιδί μας γίνεται μοναδικό και ανεπανάληπτο.
Παραδόξως τώρα πια έχει αποδειχθεί ότι κανείς δεν είναι άγραφη πλάκα, όλοι γεννιόμαστε κουβαλώντας στο DNA και όχι με τ’ όνομα μας, όλες τις ιδιότητες θετικές κι αρνητικές, των προπατόρων μας. Έχει ταυτόχρονα αποδειχθεί ότι το περιβάλλον παίζει καθοριστική σημασία για το αποτέλεσμα της εξελικτικής διαδικασίας, που αποδίδει την εικόνα του ανθρώπου, που αναγνωρίζουμε σαν άτομο με το συγκεκριμένο όνομα. Έτσι παρά τις συνεχιζόμενες ομηρικές οικογενειακές διενέξεις γύρω από το όνομα του νεοεισερχόμενου μέλους της οικογένειας, που καταλήγει να βαφτίζεται με 3-4 ονόματα και να αποκαλείται με άλλο συνθετικό ή υποκοριστικό, η εξέλιξη του παιδιού και η σχέση του με τους οικείους θυμίζει τον τίτλο του σπουδαίου μυθιστορήματος «Το όνομα του Ρόδου» που -όπως εξηγεί ο Έκο στο επιμύθιο- «ο τίτλος πρέπει να συγχέει τα νοήματα και όχι να τα συγκροτεί».
Με βάφτισαν Μαρία -για την Παναγιά του χωριού μας, έλεγε ο μπαμπάς πρώτα και όχι για τη μητέρα του- αν κι ένιωθα παράξενα όταν κάποιοι, που τη θυμόντουσαν (πέθανε πριν να γεννηθώ) έλεγαν ότι «ήταν αγία γυναίκα!» και μακάρι να της έμοιαζα. Στην εφηβεία μου δεν ήθελα να μοιάζω με κανένα και κυρίως με τους ανθρώπους, που ζούσα στην καθημερινότητα. Προτιμούσα τους ήρωες των βιβλίων μου. Χρειάστηκε να ωριμάσω για να εκτιμήσω την αξία των οικογενειακών προτύπων.
Όταν απέκτησα την πρώτη μου εγγονή, ήξερα ότι την αγαπώ, όποιο κι αν είχε όνομα κι ένιωσα μια παράξενη ευθύνη, όταν της έδωσαν το όνομά μου. Αγαπώ ξεχωριστά, αλλά ισότοπα τον αδελφό της Πέτρο και θ’ αγαπώ και τα επόμενα εγγόνια μου με τον ίδιο ξεχωριστό τρόπο, που αγαπώ το καθένα από τα τέσσερα παιδιά μου. Δεν πιστεύω ότι το όνομα μετάγγισε στη μικρή Μαρία κάποιες από τις αρετές ή τις κακίες μου, αλλά νιώθω συγκίνηση, όταν κρατώντας της το χέρι για να πρωτογράψει τ’ όνομά μας, εκείνη διαπιστώνει βαθύτερο δεσμό, επειδή έχουμε το ίδιο όνομα.
Είναι οι λέξεις μαγικές; Πιστεύω στις λέξεις, γιατί ξέρω ότι ενσαρκώνουν τις ιδέες, γιαυτό και κατανοώ την πίκρα των γονιών, που αν και φροντίζουν στοργικά τα εγγόνια τους, τα παιδιά τους επιλέγουν να τα ονοματίζουν με τα μοντέρνα πρότυπα.
Έχει πια αποδειχθεί ότι η μητρική αγάπη είναι μύθος. Αυτό που ισχύει είναι η αυτοθυσία κάθε ζωικού είδους ανεξάρτητα από φύλο, για να διασωθεί το DNA στις επόμενες γενιές. Έτσι -όπως κι αν ονομάζονται τα παιδιά- η σχέση παππούδων εγγονιών θα παραμένει ζωντανή και ανανεωμένη.
Η ζωή περνά με κύκλους. Τα παιδιά και τα εγγόνια, πάντα καταλαβαίνουν, μόνο όταν έλθουν στη θέση των γονιών και λένε ότι πρέπει να φέρεσαι στους γονείς σου, όπως θα ήθελες να σου φερθούν τα παιδιά σου.
 Όμως αυτά τα έλεγε ο Αίσωπος, που ήταν μεγάλος παραμυθάς και πόσο πια μπορεί να μετρούν αυτές του οι λέξεις σήμερα;

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης